Των Παναγιώτη Αλιμήση∗ και Παναγιώτη Σφαέλου∗

 

Tο τελευταίο διάστημα οι σχέσεις Ελλάδας – Γαλλίας, βιώνουν μια «αναγέννηση», καθώς οι τουρκικές προκλήσεις έχουν αναβαθμιστεί ποιοτικά και πλέον στρέφονται όχι μόνο εναντίον των ελληνικών συμφερόντων αλλά και των γαλλικών. Αρχικά, η κύρια διαπίστωση που μπορεί να κάνει κανείς, παρακολουθώντας την γαλλική αντίδραση στην ελληνοτουρκική κρίση είναι η εξής: H Γαλλία βλέποντας τις ΗΠΑ να έχουν εισέλθει σε μια πρωτοφανή εσωστρέφεια, αρνούμενες να παρέμβουν “δυναμικά”, τρέχει να καλύψει το “κενό” που αφήνουν οι Αμερικανοί, με απώτερο σκοπό να γίνουν η υπερδύναμη με την ισχυρότερη παρουσία στις ζεστές θάλασσες (projection of power). Ωστόσο, για να πραγματωθεί κάτι τέτοιο, το εμπόδιο που πρέπει να υπερκεράσει το Παρίσι είναι οι παράλογες τουρκικές νεο-οθωμανικές φιλοδοξίες, οι οποίες απειλούν την υφιστάμενη γαλλική παρουσία, τόσο στην Μεσόγειο όσο και στην Αφρική.

Ήδη, η τουρκική διπλωματία δραστηριοποιείται σε ακραίες ισλαμικές χώρες όπως το Μάλι, που ήταν παλιά γαλλική αποικία (πρόσφατα ο Τούρκος ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου επισκέφθηκε το Μάλι), ενώ αναπτύσσει στρατηγικές σχέσεις με τον μεγαλύτερο οικονομικό ανταγωνιστή της Γαλλίας στη Μεσόγειο, την Αλγερία. Μάλιστα, η Αλγερία, με την βοήθεια της Τουρκίας, εκσυγχρονίζει τις ένοπλες δυνάμεις της, με ένα φιλόδοξο πρόγραμμα που ξεπερνά τα 20 δισεκατομμύρια δολάρια. Ο εφιάλτης για την Γαλλία θα ήταν η ανάδυση ενός συμπαγούς, ακραίου ισλαμικού άξονα Τουρκίας-Αλγερίας-Μάλι και Λιβύης, ικανός να την «πετάξει» έξω από την Μεσόγειο. Επιπλέον, σε αυτόν τον «άξονα» πρέπει να συνυπολογιστούν και οι φιλικά προσκείμενες στην Τουρκία μουσουλμανικές αδελφότητες, των οποίων η παρουσία ασκεί καθοριστική επιρροή στα πολιτικά πράγματα πολλών μεσογειακών ισλαμικών χωρών.

Και να μην ξεχνάμε τη ρωσική “συμβολή” στο υπό διαμόρφωση γεωπολιτικό σκηνικό της Μεσογείου, καθότι τόσο η Τουρκία, όσο το Μάλι και η Αλγερία, αγοράζουν στρατιωτικό εξοπλισμό από τη Ρωσία. Ειδικότερα η Άγκυρα, η οποία διατείνεται φιλικά προς την Μόσχα, θεωρώντας την αποκούμπι έναντι της Δύσης. Πολλοί δε, υποστηρίζουν ότι είναι στα σκαριά μια στρατηγική σχέση Ρωσίας – Τουρκίας που θα εκμεταλλευτεί το κενό στρατιωτικής ισχύος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς, μπορεί με ασφάλεια να υποστηριχτεί πως ένας άλλος εν δυνάμει σοβαρός ανταγωνιστής της Γαλλίας στη Μεσόγειο, είναι και η Ρωσία!

Συνεπώς, οι Γάλλοι καλούνται να πάρουν πολλές πρωτοβουλίες στο πεδίο, που δεν αποκλείεται μελλοντικά να οδηγήσουν ακόμα και σε ένοπλη σύγκρουση με την Τουρκία. Η πρόσφατη συνομιλία Μακρόν – Ερντογάν στο τηλέφωνο, ενδεχομένως να φάνηκε εκ πρώτης όψεως ότι κατεύναζε τα πνεύματα μεταξύ των δυο πλευρών – εν όψει της Συνόδου Κορυφής που θα λάβει αποφάσεις για την Τουρκία – στην ουσία όμως οι δυο άντρες συμφώνησαν πως… διαφωνούν!

Βασικός στόχος της Γαλλίας, ιδιαίτερα μετά το Brexit, είναι να διατηρήσει το κύρος της ως η μόνη πλέον ισχυρή στρατιωτική δύναμη της ΕΕ, ικανή να γίνει ο παίκτης που θα φιγουράρει ως ηγέτης στον νέο «γεωπολιτικού χάρτη» που διαμορφώνεται στην ευρύτερη περιοχή. Αν χάσει την ευκαιρία που παρουσιάζεται, θα κινδυνεύσει να μετατραπεί σε μια μικρομεσαία δύναμη της ευρωπαϊκής περιφέρειας… τύπου Ισπανίας.

Η Ελλάδα, είναι η μόνη ίσως μεσογειακή χώρα που το Παρίσι μπορεί να “ποντάρει” εξολοκλήρου.  Οι Γάλλοι την βλέπουν ως την χώρα κλειδί για τα απειλούμενα συμφέροντά τους, αφού πρόκειται για ένα μέλος της ΕΕ που συνέχεια αναζητά κάποιον προστάτη, λόγω έλλειψης “αυτόφωτης” στρατηγικής στα εθνικά της θέματα. Ο Μακρόν γνωρίζει πως σε περίπτωση που η Τουρκία καταφέρει να δορυφοριοποιήσει και να ακρωτηριάσει γεωπολιτικά την Ελλάδα (μαζί και την Κύπρο), η εξέλιξη αυτή θα είναι εξαιρετικά δυσμενής για όλους.

Ελλάς – Γαλλία συμμαχία;

Στη διπλωματία «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Συνεπώς, εκμεταλλευόμενοι την τεταμένη σχέση Τουρκίας – Γαλλίας, είναι η κατάλληλη στιγμή για μια συμμαχία με τη Γαλλία που να μην περιορίζεται στα εξοπλιστικά αλλά να επεκτείνεται και στο πολιτικό, οικονομικό και γεωπολιτικό πεδίο. Τα συμφέροντα μας στην Ανατολική Μεσόγειο συγκλίνουν – προς το παρόν τουλάχιστον – και συνεπώς, θα πρέπει να καλλιεργηθεί ένα κλίμα συνεργασίας με τη Γαλλία. Μια συμμαχία με το Παρίσι, θα είναι επίσης υπέρ της χώρας μας μέσα στην ΕΕ ως αντιστάθμισμα στον ηγετικό ρολό της Γερμανίας, ιδιαίτερα μετά την αποχώρηση της Βρετανίας.

Τα πράγματα είναι δύσκολα. Η Τουρκία πιέζει για την αποστρατικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου με σκοπό να φέρει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αυτή την επικίνδυνη για την ασφάλεια της Ελλάδας θέση. Εμείς έχουμε ανάγκη από συμμάχους σε αυτό το γεωπολιτικό παιχνίδι, δεδομένου ότι η Γερμανία έχει σαφώς διαφορετικά συμφέροντα από εμάς και αυτό φαίνεται στο γεγονός ότι η Γερμανία είναι διστακτική στην επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία. Μάλιστα, η Κύπρος απειλεί με βέτο στις κυρώσεις της ΕΕ προς την Λευκορωσία, διότι η ΕΕ δεν εφαρμόζει το ίδιο για την Τουρκία, η οποία επίσης ευτελίζει τους δημοκρατικούς θεσμούς, τα ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ ταυτόχρονα απειλεί ανοιχτά μια χωρά της ΕΕ, την Ελλάδα [1]. Η Ελλάδα δυστυχώς δεν ακολούθησε πιστά το παράδειγμα της Κύπρου στο θέμα των κυρώσεων. Από εκεί και περά όμως, με δεδομένη την Γερμανική αντίθεση σε κυρώσεις κατά της Τουρκίας, η μονή επιλογή μας είναι να στραφούμε στη Γαλλία.

Το γνωστό σύνθημα «Ελλάς-Γαλλία Συμμαχία» αντηχεί τις παραδοσιακά καλές σχέσεις των δύο χωρών. Η Γαλλία στάθηκε στο πλευρό μας σε δύσκολες στιγμές από την εποχή της επανάστασης του 1821, καλύτερα από ότι άλλες μεγάλες δυνάμεις της εποχής. Συνεπώς, έχοντας την ιστορική εμπειρία, μπορούμε να καλλιεργήσουμε μια νέα δυναμική σχέση. Η πρόσφατη αμυντική συμφωνία που σύναψε η Ελλάδα με τη Γάλλια με τα 18 αεροσκάφη Rafale είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, γιατί ενισχύει την ποιοτική υπεροχή της πολεμικής μας αεροπορίας στο Αιγαίο. Αν θέλουμε να έχουμε μια καλύτερη έκβαση στα ελληνοτουρκικά, πρέπει να προχωρήσουμε και σε μια ευρύτερη συνεργασία με τη Γάλλια στη νέα γεωπολιτική αρχιτεκτονική της Μεσογείου. Αυτή η σχέση πρέπει να καλλιεργηθεί ως μια ασπίδα έναντι της Τουρκικής προκλητικότητας. Έτσι θα έχουμε μια ισχυρότερη παρουσία στην ΕΕ, όπου πολλά κράτη μέλη λειτουργούν ως δορυφόροι της Γερμανίας.

Στη σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου που τόσα ζωτικά συμφέροντα «παίζονται» και οι εντάσεις κλιμακώνονται, η Γαλλία πρέπει να έχει στρατηγικούς συμμάχους, καθώς η Γερμανία και πολλοί εταίροι στην ΕΕ δεν δείχνουν να θέλουν να συγκρουστούν ανοιχτά με τον τουρκικό επεκτατισμό. Ταυτόχρονα, Ελλάδα και Κύπρος έχουν ανάγκη για συμμάχους καθώς το Αιγαίο κινδυνεύει να μετατραπεί μια θάλασσα «τουρκικής πειρατείας», ενώ η Κύπρος βρίσκεται στο έλεος της νέο-οθωμανικής επιθετικότητας. Η κυβέρνηση πρέπει να περάσει σε μια πιο δραστήρια, αυτόφωτη εξωτερική πολιτική και να αναβαθμίσει τις συμμαχίες της. Ιδιαίτερα με την Γαλλία που μας συνδέουν πολλά και μπορούμε από κοινού να πάμε ένα βήμα πιο πέρα.

[1] Βέβαια η Γαλλία ζητάει από την Κύπρο να μην βάλει βέτο, αλλά σαν διπλωματική κίνηση ήταν ορθή για να θέσει την ΕΕ προ των ευθυνών της.

∗ Ο Παναγιώτης Αλιμήσης είναι Ιστορικός και Διεθνολόγος

∗ Ο Παναγιώτης Σφαέλος είναι Διδάκτωρ του Παν/μίου του Kent, Νομικός, Διεθνολόγος, Δημοσιογράφος και Γενικός Γραμματέας της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων

(Το άρθρο εκφράζει αποκλειστικά προσωπικές απόψεις και εκτιμήσεις των συντακτών)