Γράφει ο Δρ. Παναγιώτης Σφαέλος∗

 

Το 2022 θα αποτελέσει μια χρονιά ορόσημο για τον ιστορικό αναλυτή του μέλλοντος, διότι έχουμε περάσει σε ένα νέο γεωπολιτικό τοπίο. Πρόκειται για μια αλλαγή παρόμοιας εμβέλειας με αυτή του τέλους του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ή του τέλους του Ψυχρού Πολέμου. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία σηματοδοτεί μια νέα εποχή όπου νέοι διεθνείς δρώντες αναδύονται οι οποίοι θα αμφισβητήσουν την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Οι γεωπολιτικές ισορροπίες αλλάζουν μέρα με τη μέρα και ένας νέος κόσμος με πολλούς δρώντες γίνεται πραγματικότητα.

Η Δύση βρίσκεται σε αδιέξοδο για το οποίο ευθύνεται και η ίδια, καθώς άργησε να δράσει στην επεκτατική πολιτική της Ρωσίας. Δεν κατάφερε να εντάξει την Ρωσία σε ένα Δυτικό σύστημα ασφαλείας από την πρώιμη εποχή Πούτιν στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Σε αυτό το διάστημα, η Ρωσία ανασυντάχτηκε, ισχυροποιήθηκε και καθίσταται πλέον ρυθμιστής των εξελίξεων. Αυτό που κατάφερε η Δύση με τις πολιτικές της ήταν να ρίξει πιο γρήγορα την Ρωσία στην αγκαλιά της Κίνας και των εν δυνάμει συμμάχων τους. Η ΕΕ έχει επίσης ευθύνες για την σημερινή κατάσταση. Η ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία που χτίστηκε τόσα χρόνια από τις χώρες της ΕΕ, η αποτυχία της να επιβάλει αποτελεσματικές κυρώσεις το 2014 αλλά και η αδυναμία χάραξης κοινής αμυντικής πολιτικής είναι παράγοντες που οδήγησαν σε αυτή την κατάσταση. Επί της ουσίας, η Ουκρανία επεδίωξε να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ μετά από παρότρυνση της Δύσης ενώ στο τέλος την άφησε ακάλυπτη χωρίς πραγματική υποστήριξη (λ.χ. αποστολή στρατευμάτων) και υπέστη την εισβολή και την απώλεια εθνικού εδάφους.

Σε αυτό το νέο διεθνές μεταβαλλόμενο περιβάλλον, νέες δυναμικές συμμαχίες δημιουργούνται με οικονομική ισχύ και δυνατότητα παρέμβασης στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Μια τέτοια συμμαχία είναι και οι BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική). Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της 14ης Συνάντησης Ηγετών BRICS στο Πεκίνο στα τέλη του περασμένου Ιουνίου, ο Κινέζος Πρόεδρος Xi Jinxing τόνισε την επιτάχυνση της διαδικασίας επέκτασης του οργανισμού. Τον Μάιο του τρέχοντος έτους, οι υπουργοί Εξωτερικών του Καζακστάν, της Σαουδικής Αραβίας, της Αργεντινής, της Αιγύπτου, της Ινδονησίας, της Νιγηρίας, της Σενεγάλης, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, της Ταϊλάνδης και άλλων προσκεκλημένων χωρών παραβρεθήκαν για πρώτη φορά σε Σύνοδο Υπουργών Εξωτερικών των BRICS.

H Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος, η Αργεντινή το Ιράν και η Τουρκία έχουν δείξει ενδιαφέρον να ενταχθούν στους BRICS. Μάλιστα, το 2018, ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν, κατά τη διάρκεια της 10ης συνόδου κορυφής των BRICS στο Γιοχάνεσμπουργκ είχε πει: «Μακάρι αυτά (τα μέλη των BRICS) να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για να μας αφήσουν (την Τουρκία) να μπούμε και να πάρουμε τη θέση μας στους BRICS». Σημείωσε επίσης ότι η Τουρκία θεωρεί τη σύνοδο κορυφής μια ευκαιρία για την ανάπτυξη οικονομικής, επενδυτικής και αναπτυξιακής συνεργασίας και ότι η χώρα του στοχεύει επίσης να ενισχύσει τη συνεργασία με τα κράτη BRICS στον ενεργειακό τομέα. Ο Ερντογάν έθεσε επίσης την πιθανή αίτηση ένταξης της Τουρκίας κατά τη διάρκεια συνομιλιών με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Η πιθανή ένταξη της Τουρκίας στους BRICS  έχει μεγάλη γεωπολιτική σημασία καθώς η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ και έχει πληθυσμό 85 εκατομμυρίων. Η Τουρκία λοιπόν προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή και να γίνει μια περιφερειακή δύναμη υποστηρίζοντας όποιον της επιφέρει γεωπολιτικά και οικονομικά οφέλη. Μην ξεχνάμε και το ρωσικό πυρηνικό εργοστάσιο στο Ακουγιού καθώς και τους ρωσικούς αγωγούς αεριού και τον αγωγό TAP που διέρχεται από το έδαφος της.

Η Σαουδική Αραβία είναι ένας από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς αργού πετρελαίου στον κόσμο, κατέχοντας το 15% των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου και ιδρυτικό μέλος του Οργανισμού Πετρελαιοεξαγωγικών Χωρών (OPEC). Η Αίγυπτος, το μεγαλύτερο από τα τρία πιθανά μέλη των BRICS από άποψη πληθυσμού (περίπου 102 εκατομμύρια), είναι επίσης σημαντικός παραγωγός και εξαγωγέας πετρελαίου και σημαντικός γεωπολιτικός παίκτης στην Ανατολική Μεσόγειο. Μάλιστα η συνεργασία Ρωσίας-Αιγύπτου πάει πίσω στο 2018 όταν οι δυο χωρες υπέγραψαν συμφωνία για την δημιουργία βιομηχανικής ζώνης έκτασης 5,2 εκατομμυρίων τετραγωνικών μέτρων στο Πορτ-Σάιντ. Η συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών για την δημιουργία ρωσικής βιομηχανικής ζώνης και την κατασκευή του νέου καναλιού του Σουέζ είχε επιτευχθεί το 2014. Η διακρατική συμφωνία που ορίζει τις παραμέτρους αυτής της περιοχής, είχε υπογραφεί το 2018, έχοντας διάρκεια ισχύος τα 50 χρόνια και την πρόβλεψη να ανανεώνεται κάθε πέντε χρόνια μετά την λήξη της. Η συμφωνία προβλέπει την διαμόρφωση ειδικής ζώνης, στην οποία θα υπάρχει καθεστώς μειωμένης φορολόγησης για τις ρωσικές εταιρείες που θα έχουν την έδρα τους στην Αίγυπτο. Η  κατασκευή του έργου αναμένεται να διαρκέσει 13 χρόνια και οι εταιρείες που θα έχουν την έδρα τους στην Αίγυπτο θα μπορούν να παράγουν προϊόντα αξίας 3,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Οι αρχικές ρωσικές κρατικές επενδύσεις στις αρχικές υποδομές της βιομηχανικής ζώνης θα ανέλθουν στα 190 εκατομμύρια δολάρια, ενώ το σύνολο των ιδιωτικών επενδύσεων καθ’ όλη την διάρκεια κατασκευής του έργου, εκτιμάται ότι θα φθάσει τα 7 δισεκατομμύρια δολάρια. Εντωμεταξύ, στα βόρεια παράλια της Αιγύπτου, στην Ελ-Ντάμπαα, άρχισε να κατασκευάζεται από τη ρωσική εταιρεία Rosatom ο πρώτος πυρηνικός σταθμός στη χώρα. Όπως ανακοίνωσε η Aιγυπτιακή Αρχή Πυρηνικής Ενέργειας, θα αποτελείται από τέσσερις μονάδες με δυναμικότητα 1.200 MW η κάθε μια, ενώ επιδιώκει να αυξήσει το μερίδιο της ονομαστικής πυκνότητας ισχύος από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας στο 40% το 2030 και στο 42% έως το 2035.

Βλέπουμε λοιπόν ότι την ώρα που λαμβάνει χώρα η μεγαλύτερη επέκταση του ΝΑΤΟ εδώ και δεκαετίες, ακόμα και στη Σκανδιναβία (Σουηδία και Φινλανδία), Κίνα και Ρωσία προσπαθούν να κάνουν νέους σύμμαχους μέσω των BRICS στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης σύγκρουσης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, του εντεινόμενου ανταγωνισμού μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ και της ολοένα και πιο έντονης αντιπαράθεσης της Δύσης – Ρωσίας. Τα μέλη των BRICS στοχεύουν στη στρατολόγηση χωρών που κατέχουν βασικές στρατηγικές γεωγραφικές και αναπτυσσόμενες οικονομίες. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το θερμό ενδιαφέρον για την ένταξη της Τουρκίας, της Αιγύπτου και της Σαουδικής Αραβίας στους BRICS. Οι σχέσεις με τη Ρωσία, την Κίνα και την Ινδία ήταν και είναι καλές και θα ενισχυθούν ακόμα περισσότερο. Ο όγκος του εμπορίου μεταξύ αυτών των χωρών έχει αυξηθεί σημαντικά. Αν και παραδοσιακά Δυτικοί σύμμαχοι, η Τουρκία, η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος αναζητούν εναλλακτικούς συμμάχους την στιγμή μάλιστα που η Ρωσία βρίσκεται σε ανάγκη νέων συμμαχιών. Η ένταξη στις BRICS μπορεί να τους φέρει γεωπολιτικά και γεωοικονομικά οφέλη ενώ εξυπηρετεί και την Ρωσία και την Κίνα που αυξάνουν την επιρροή τους.

Οι περισσότερες χώρες στην Ασία, την Αφρική, τη Μέση Ανατολή και τη Λατινική Αμερική δεν έχουν λάβει μέρος στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας θέλοντας να εξασφαλίσουν την προώθηση των συμφερόντων τους. Αυτές οι  χώρες θεωρούνται από τον Πούτιν ως «φιλικές» χώρες. Η Κίνα βλέπει τον πόλεμο ως ευκαιρία για να έρθει πιο κοντά με την Ρωσία. Μόσχα και Πεκίνο εργάζονται στενά για τη δημιουργία ενός διεθνούς αποθεματικού νομίσματος και ενός ολοκληρωμένου συστήματος διατραπεζικών πληρωμών που βασίζεται σε ένα καλάθι νομισμάτων των BRICS για την αντιμετώπιση των Δυτικών κυρώσεων. Εάν το εμπόριο εντός των BRICS διευθετηθεί σε ένα σύστημα συνδεδεμένων νομισμάτων μεταξύ των μελών καθώς και των πρόθυμων μη μελών, θα αποτελούσε απειλή για το δολάριο που αποτελεί τον βασικό πυλώνα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Μάλιστα, ο πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας Λούλα Ντα Σίλβα, υποψήφιος στις εκλογές του ερχόμενου Οκτωβρίου, προτείνει ρητά τη δημιουργία ενός νέου νομίσματος, του Sur, που θα χρησιμοποιείται στο εμπόριο της Λατινικής Αμερικής ώστε να πάψει να εξαρτάται η περιοχή από το δολάριο. Την πρόταση αυτή υποστηρίζει και η Αργεντινή, υποψήφια των BRICS.

Η απειλή προς το δολάριο έγινε εμφανής και στο φετινό Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στην Αγία Πετρούπολη, όπου ο Πούτιν τόνισε ότι οι ΗΠΑ κυβερνούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα του κόσμου εδώ και χρόνια. «Τίποτα δεν διαρκεί για πάντα», είπε ο Πούτιν. «[Οι Αμερικανοί] θεωρούν τους εαυτούς τους εξαιρετικούς. Και αν πιστεύουν ότι είναι εξαιρετικοί, αυτό σημαίνει ότι όλοι οι άλλοι είναι δεύτερης κατηγορίας», είπε ο Ρώσος Πρόεδρος στους παρευρισκόμενους στο φόρουμ. Μιλώντας με τους Ρώσους πρεσβευτές, ο Πούτιν είπε ότι η Δύση αποδυναμώνεται πολύ από την άποψη της οικονομικής ισχύος. «Τα εγχώρια κοινωνικό-οικονομικά προβλήματα που έχουν επιδεινωθεί στις βιομηχανικές χώρες ως αποτέλεσμα της (οικονομικής) κρίσης αποδυναμώνουν τον κυρίαρχο ρόλο της λεγόμενης ιστορικής Δύσης», παρατήρησε ο Πούτιν στους πρεσβευτές. «Να είστε έτοιμοι για οποιαδήποτε εξέλιξη της κατάστασης, ακόμη και για την πιο δυσμενή εξέλιξη».  Αυτές οι εξελίξεις δημιουργούν νέες ισχυρές συμμαχίες αντίπαλες στους G7. Ο δρόμος του Μεταξιού αναβιώνει στην Ανατολή. Το εμπόριο πάντα αλλάζει τον κόσμο ανοίγοντας νέες αγορές. Η απομόνωση της Ρωσίας από το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα μόνο κακό δεν της κάνει, καθώς την αναγκάζει να βρει νέους εταίρους κυρίως εμπορικούς για να αποκτήσει ισχύ. Η Κίνα και η Ινδία διαθέτουν μεγάλο πληθυσμό και ισχυρές οικονομίες ιδιαιτέρα στην ψηφιακή τεχνολογία και μπορούν να γίνουν νέες υπερδυνάμεις που θα επιβάλουν την δική τους παγκόσμια τάξη.

Συνολικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου σε έναν κόσμο που αλλάζει δραματικά. Αποτελεί  μόνο την αρχή ευρύτερων γεωπολιτικών και γεωοικονομικών αλλαγών οι συνέπειες των οποίων θα φανούν στο άμεσο μέλλον καθώς η Ρωσία θα συνεχίσει να εκβιάζει τη Δύση με όπλο την ενέργεια. Η παγκοσμιοποίηση «Δυτικού τύπου» με κυριαρχία των ΗΠΑ κλονίζεται καθώς νέες δυνάμεις μπαίνουν στο παγκόσμιο παιχνίδι. Πράγματι, οι ΗΠΑ έγιναν μονοκρατορία μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου αλλά δεν προέβλεψαν την ανάκαμψη παλαιών αυτοκρατοριών (Ρωσία) και νέων υπερδυνάμεων (Κίνα) που θα τις αμφισβητούσαν. Η Δύση πληρώνει τα λάθη της με τις επεμβάσεις σε Αφγανιστάν και το Ιράκ για τα δήθεν χημικά όπλα του Σαντάμ Χουσεΐν. Ο τρόπος που έφυγαν από το Αφγανιστάν το 2021 δείχνει τον αδιέξοδο που οι ίδιοι  δημιούργησαν. Η  επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη  δεν θα ήταν χωρίς συνέπιες για την Δύση. Η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ήταν «κόκκινο πανί» για τη Ρωσία. Άλλωστε εναντίον μια τέτοιας κίνησης ήταν ακόμα και ο Χένρυ Κίσινγκερ ο οποίος στηλιτεύει αυστηρά τον εγκλωβισμό των διμερών σχέσεων των ΗΠΑ με τη Ρωσία και την Κίνα σε θέματα ζωτικής σημασίας για τις χώρες αυτές. Τα αποτελέσματα αυτής της μαξιμαλιστικής πολιτικής των ΗΠΑ (που άρχισε στα τέλη της δεκαετίας του 1990) τα βλέπουμε σήμερα με το φάντασμα της ενεργειακής και επισιτιστικής κρίσης να πλανάται από πάνω μας. Η Δύση άφησε την Ρωσία να γίνει ισχυρή και πάλι και να συμμαχήσει με οικονόμους γίγαντες όπως η Κίνα. Η παγκοσμιοποίηση «Δυτικού τύπου» με παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ κλονίζεται και ίσως πλησιάζει στο τέλος της, καθώς νέες δυνάμεις μπαίνουν στο γεωπολιτικό παιχνίδι διεκδικώντας το μερίδιο τους από την παγκόσμια οικονομία. Η ΕΕ δεν προσπάθησε να απεξαρτηθεί από την Ρωσία στον τομέα της ενέργειας και από τις ΗΠΑ στον αμυντικό τομέα με αποτέλεσμα να βρίσκεται σε αδυναμία να διαχειριστεί την παρούσα κρίση αποτελεσματικά. Μια κρίση που θα βαθαίνει συνέχεια και θα πλήττει τους πολίτες στην καθημερινότητα τους με μεγάλη ακρίβεια στην ενέργεια και στα τρόφιμα.  Μια γεωπολιτική κρίση επίσης όπου οι διεθνείς ανταγωνισμοί και οι συγκρούσεις για την ενεργειακή επάρκεια και ασφάλεια θα είναι συνεχείς.

*Ο Δρ. Παναγιώτης Σφαέλος είναι Νομικός, Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Kent, Υπεύθυνος Διεθνών Σχέσεων της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων και Αντιπρόεδρος του Κέντρου Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων – ΚΕΔΙΣΑ. Επίσης, διδάσκει Ευρωπαϊκό και Διεθνές Δίκαιο στην Ελληνική Αστυνομική Ακαδημία.

 

 

Πηγή: Kedisa.gr