Γράφει ο Δρ. Παναγιώτης Σφαέλος∗
Όπως ανακοίνωσε η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, οι νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας επεκτείνονται και στο Ιράν λόγω της σύμπλευσης του με τη Ρωσία. Tο 10ο πακέτο κυρώσεων, συνολικής αξίας 11 δισεκατομμυρίων ευρώ, θα στοχεύει σε νέες εμπορικές απαγορεύσεις και ελέγχους εξαγωγών τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένων drones, ελικοπτέρων και πυραύλων.
Να θυμίσουμε ότι οι κυρώσεις κατά του Ιράν είχαν αρχίσει από τις 23 Ιανουαρίου 2023, όταν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είχε αποφασίσει να προσθέσει 18 άτομα και 19 οντότητες στον κατάλογο εκείνων που υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα στο πλαίσιο του ισχύοντος καθεστώτος κυρώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Ιράν. Αυτό έγινε για τον ρόλο που έπαιξαν στις πορείες και την δυσανάλογη χρήση βίας κατά διαδηλωτών μετά τον θάνατο του Μάχσα Αμινί. Πιο συγκεκριμένα, κυρώσεις υπέστησαν εκπρόσωποι της κυβέρνησης και βουλευτές, σημαντικά πολιτικά πρόσωπα, εκπρόσωποι των ΜΜΕ, υψηλόβαθμα μέλη των ιρανικών δυνάμεων ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων των Φρουρών της Επανάστασης. Στο πλευρό της Δύσης βρίσκεται και το Ισραήλ που θεωρεί το Ιράν ως τον μεγαλύτερο εχθρό του λόγω του πυρηνικού προγράμματός του, της εχθρικής ρητορικής του και της υποστήριξής του σε Ισλαμιστικές οργανώσεις (Χαμάς, Χετζμπολάχ). Καθώς το Ιράν παρέχει επιθετικά drones στη Ρωσία στον πόλεμο της Ουκρανίας, το Ισραήλ είναι σε θέση να βοηθήσει την Ουκρανία με πληροφορίες για τις αποστολές όπλων και τεχνογνωσία για τον τρόπο αντιμετώπισης των εναέριων απειλών. Μιλώντας σε δημοσιογράφους μετά από συνάντηση με τον Ουκρανό Πρόεδρο Βολοντιμίρ Ζελένσκι, ο ΥΠΕΞ του Ισραήλ Έλι Κοέν εξέφρασε την πρόθεση του Ισραήλ να βοηθήσει την Ουκρανία ενάντια στην ιρανική απειλή προς τη διεθνή κοινότητα.
Ο «πόλεμος» Ρωσίας Δύσης για την Ουκρανία έχει φέρει πιο κοντά την Ρωσία με το Ιράν και την Κίνα σε ένα νέο ευρασιατικό τρίγωνο. Άλλωστε, όπως είχε πει και ο Halford Mackinder, «όποιος ελέγχει την Ευρασία (“the heartland”) ελέγχει όλο τον κόσμο». Μάλιστα, ο Κινέζος Πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ και ο Ιρανός ομόλογός του Iμπραΐμ Ραΐσι ζήτησαν να αρθούν οι κυρώσεις εναντίον της Τεχεράνης, θεωρώντας το βήμα αυτό απαραίτητο για τη συνέχιση των συνομιλιών για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, οι οποίες έχουν περιέλθει σε τέλμα. Οι δύο πρόεδροι ζήτησαν να εφαρμοστεί η Συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, βάσει της οποίας το Ιράν συμφώνησε να περιορίσει το πυρηνικό του πρόγραμμα με αντάλλαγμα την άρση των κυρώσεων εις βάρος του. Από το 2018 – όταν οι ΗΠΑ είχαν αποσυρθεί μονομερώς από τη Συμφωνία επαναφέροντας τις κυρώσεις εναντίον του Ιράν – η οικονομία του Ιράν έχει πληγεί σκληρά. Οι προσπάθειες του Τζο Μπάιντεν να αναβιώσει τη συμφωνία για τον περιορισμό του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος σε αντάλλαγμα για την άρση των κυρώσεων απέβησαν άκαρπες. Οι κυρώσεις των ΗΠΑ και οι αυξανόμενες ανησυχίες για ένα αναδυόμενο, υποστηριζόμενο από τις ΗΠΑ αραβοϊσραηλινό μπλοκ του Κόλπου που θα μπορούσε να μετατοπίσει την ισορροπία δυνάμεων της Μέσης Ανατολής πιο μακριά από την Τεχεράνη, ώθησαν τους ηγέτες του Ιράν να επιδιώξουν στενότερους οικονομικούς και στρατηγικούς δεσμούς με τη Ρωσία, η οποία υπέστη κυρώσεις για την εισβολή της στην Ουκρανία. «Το Ιράν είναι αποφασισμένο να ενισχύσει τους δεσμούς του με τη Ρωσία, από οικονομικό έως αεροδιαστημικό και πολιτικό τομέα», είπε ο Ραΐσι κατά τη συνάντησή του με τον Πούτιν, σύμφωνα με τα κρατικά μέσα ενημέρωσης του Ιράν. «Η συνεργασία μεταξύ Τεχεράνης και Μόσχας μπορεί να εξουδετερώσει σημαντικά τους περιορισμούς που επιβάλλονται στις χώρες μας από τις κυρώσεις των ΗΠΑ», τόνισε.
Η Ρωσία και το Ιράν χτίζουν μια νέα εμπορική οδό 3.000 χιλιομέτρων που εκτείνεται από το ανατολικό άκρο της Ευρώπης μέχρι τον Ινδικό Ωκεανό. Οι δύο χώρες ξοδεύουν δισεκατομμύρια δολάρια για την επιτάχυνση της παράδοσης φορτίων κατά μήκος ποταμών και σιδηροδρόμων που συνδέονται με την Κασπία Θάλασσα. Σύμφωνα με το Bloomberg, δεκάδες ρωσικά και ιρανικά πλοία εκτελούν ήδη εμπορικά δρομολόγια. Η Ρωσία και το Ιράν, υπό την τεράστια πίεση των κυρώσεων, στρέφονται η μια προς την άλλη και κοιτάζουν και οι δύο προς την ανατολή. Ο στόχος είναι να δημιουργηθεί μια νέα εμπορική διαδρομή προς τις ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ασίας. Στο βόρειο άκρο αυτής της διαδρομής βρίσκεται η Αζοφική Θάλασσα. Από εκεί τα ποτάμια, τα θαλάσσια και σιδηροδρομικά δίκτυα εκτείνονται σε ιρανικούς κόμβους στην Κασπία Θάλασσα και τελικά στον Ινδικό Ωκεανό. Στην ουσία, πρόκειται για την μερική αναβίωση του αρχαίου δρόμου του μεταξιού.
Στην εξίσωση θα πρέπει να βάλουμε και τις χώρες των BRICS στις οποίες θέλει να ενταχθεί και το Ιράν. Το οικονομικό αυτό μπλοκ αποτελείται επί του παρόντος από τη Βραζιλία, τη Ρωσία, την Ινδία, τη Κίνα και τη Νότια Αφρική και αποτελεί ανερχόμενη οικονομική και πολιτική δύναμη. Η Κίνα, το πιο σημαντικό κράτος μέλος των BRICS και με ΑΕΠ πάνω από το διπλάσιο του μεγέθους και των άλλων τεσσάρων μελών μαζί, φέρεται να έχει ξεκινήσει τη συζήτηση για την διεύρυνση του μπλοκ ούτως ώστε να γίνει περισσότερο ανταγωνιστικό προς τα τρέχοντα παγκόσμια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Βλέπουμε λοιπόν ότι δημιουργούνται νέες συμμαχίες στην ευρύτερη περιοχή της Ευρασίας ενώ υπάρχουν και εναλλακτικά οικονομικά σχήματα προς την Δύση. Οι κυρώσεις θα έχουν ενδεχομένως κάποια αποτελεσματικότητα σε βάθος χρόνου αλλά από την άλλη μεριά, θα υπάρξει περαιτέρω κλιμάκωση της κρίσης. Ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτελεί την «χρυσή» ευκαιρία για τη σύσφιξη των σχέσεων Ρωσίας, Κίνας, Ιράν και άλλων συμπορευόμενων χωρών της Ευρασίας, η οποία θα δημιουργήσει προβλήματα στη Δύση μεσομακροπρόθεσμα σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Ο ανταγωνισμός θα είναι ισχυρός και η Δύση θα πρέπει να εξασφαλίσει ενεργειακή και επισιτιστική επάρκεια. Επίσης, θα πρέπει να βρεθεί τρόπος επανόδου στο πρόγραμμα περιορισμού των πυρηνικών στο Ιράν. Αλλιώς τα πράγματα οδηγούνται σε κλιμάκωση με αποτέλεσμα να κινδυνεύει ο πλανήτης με μια ολοκληρωτική καταστροφή.
∗ Ο Δρ. Παναγιώτης Σφαέλος BA, LLB, LLM, PhD είναι Νομικός, Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, Γενικός Γραμματέας του Ελληνικού Τμήματος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων και Αντιπρόεδρος του Κέντρου Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων – ΚΕΔΙΣΑ. Επίσης, είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στην Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας. Έχει επίσης διδάξει στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας και στο IST College. Είναι Διδάκτωρ Ευρωπαϊκού Δικαίου του Πανεπιστημίου Kent. Έχει Μεταπτυχιακό στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Έχει σπουδάσει Νομικά, Διεθνείς Ευρωπαϊκές Σπουδές και Δημοσιογραφία.