Το Κέντρο Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων-ΚΕΔΙΣΑ διοργάνωσε με μεγάλη επιτυχία διαδικτυακή εκδήλωση (webinar) με θέμα: «Ο Γεωπολιτικός Ανταγωνισμός Δύσης-Ανατολής στο πεδίο του Κυβερνοχώρου και της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ)» την Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2024.

Συντονιστής της διαδικτυακής εκδήλωσης ήταν ο Δρ. Παναγιώτης Σφαέλος (Αντιπρόεδρος Δ.Σ. & Δ/ντης Ερευνών ΚΕΔΙΣΑ- Γενικός Γραμματέας του Ελληνικού Τμήματος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων). Ομιλητές ήταν: ο κ. Ελευθέριος Αθουσάκης, (Ειδικός σε θέματα Κυβερνοασφάλειας), η Δρ. Ελένη Καψοκόλη, (Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια σε θέματα Κυβερνοασφάλειας και Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ) στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου Πειραιώς), ο Δρ. Ανδρέας Λιαρόπουλος, (Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνών και Στρατηγικών Σπουδών στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου Πειραιώς) και ο κ.Ανδρέας Σφακιανάκης (Αναλυτής Κυβερνοασφάλειας, Ειδικός σε θέματα Cyber Threat Intelligence).

Ο Ιδρυτής & Πρόεδρος Δ.Σ. ΚΕΔΙΣΑ Δρ. Ανδρέας Γ. Μπανούτσος άνοιξε την εκδήλωση με τον χαιρετισμό και την σύντομη εισαγωγική του ομιλία όπου ανέφερε ότι λόγω των πρόσφατων εξελίξεων με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ είναι επιτακτικό σήμερα περισσότερο παρά ποτέ η ΕΕ να επιδιώξει την χειραφέτησή της από τις ΗΠΑ και στο πεδίο της Κυβερνοασφάλειας και της Τεχνητής Νοημοσύνης. Πρόσθεσε επίσης ότι ΕΕ μέσα σε ένα περιβάλλον έντονου διεθνούς ανταγωνισμού θα πρέπει να επιβάλλει αποτελεσματικούς περιορισμούς στη χρήση παράνομων λογισμικών παρακολούθησης όπως π.χ. το Predator και το Pegasus προκειμένου να προστατέψει τόσο την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια από την δράση ξένων κρατικών και μη δρώντων όσο και την ιδιωτικότητα και τα προσωπικά δεδομένα εκατομμυρίων Ευρωπαίων πολιτών.

Ο Ειδικός σε θέματα Κυβερνοασφάλειας κ. Ελευθέριος Αθουσάκης τόνισε ότι ο κυβερνοχώρος και η τεχνητή νοημοσύνη αποτελούν κρίσιμα πεδία γεωπολιτικού ανταγωνισμού Ανατολής και Δύσης. Καθημερινά συμβαίνουν πολλές επιθέσεις τόσο από ομάδες που υποστηρίζονται από κάποιες χώρες όσο και από τρομοκρατικές ομάδες. Οι κυβερνοεπιθέσεις και η ηλεκτρονική κατασκοπεία είναι γνωστές διεθνώς ως Advanced Persistent Threats (APTs). Υπάρχουν και οι επιθέσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας. Ομάδες κυβερνοεπιθέσεων δρουν στο Ιράν, στη Ρωσία, στην Κίνα και την Βόρεια Κορέα. Η τεχνητή νοημοσύνη χρησιμοποιείται και για στρατιωτικούς σκοπούς, ιδιαίτερα αποσκοπώντας στη δημιουργία αυτόνομων οπλικών συστημάτων και συστημάτων υποστήριξης αποφάσεων. Η χρήση τεχνητής νοημοσύνης διευκολύνει την ταχύτερη λήψη αποφάσεων καθώς και την διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων με μεγαλύτερη ακρίβεια. Οι ΗΠΑ και η Κίνα επενδύουν τεράστια ποσά για την ανάπτυξη τεχνητής νοημοσύνης στον στρατιωτικό τομέα. Η χρήση τεχνητής νοημοσύνης εγείρει βέβαια και ηθικά ερωτήματα όσον αφορά τη λογοδοσία.

Ένα παράδειγμα του ανταγωνισμού Δύσης-Ανατολής στο πεδίο του κυβερνοχώρου αποτελεί ο αποκλεισμός της Huawaei και της Kaspersky από ορισμένες Δυτικές χώρες αναδεικνύοντας την ανησυχία για την ασφάλεια και τον έλεγχο των δικτύων. Υπάρχουν επίσης περιστατικά κοπής καλωδίων οπτικών ινών που υπογραμμίζουν την ευπάθεια αυτών των κρίσιμων υποδομών και την πιθανότητα δολιοφθοράς ή κατασκοπείας. Η ανησυχία επεκτείνεται και στο Διάστημα με τον έλεγχο των δορυφορικών συστημάτων κάτι που αποτελεί αντικείμενο γεωπολιτικού ανταγωνισμού. Στην κυβερνοάμυνα υπάρχει ένα κενό αυτή τη στιγμή και με την τεχνητή νοημοσύνη προλαβαίνουμε επιθέσεις σε πραγματικό χρόνο.

Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να οδηγήσει και σε παραπληροφόρηση και ψευδείς ειδήσεις. Με την βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης κάποιοι κρατικοί και μη δρώντες  στοχεύουν και σε πολιτικές εκστρατείες παραπλάνησης των πολιτών. Υπάρχει μεγάλη δυσκολία διάκρισης αληθινού-ψευδούς περιεχομένου. Ψευδείς ειδήσεις στο διαδίκτυο μπορούν να οδηγήσουν σε κλιμάκωση πολεμικές συγκρούσεις. Η τεχνητή νοημοσύνη εγείρει και νομικά ζητήματα καθώς ο νομοθέτης πρέπει να ρυθμίσει μια νέα κατάσταση που αλλάζει ραγδαία. Η ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης δίνει και ευκαιρίες διεθνούς συνεργασίας σε κοινές απειλές με νέα πρότυπα. Θα πρέπει να υπάρξει θετική αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης και της κυβερνοασφάλειας στον στρατιωτικό τομέα ιδιαίτερα ώστε να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι που θα επέλθουν στο μέλλον.

Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια σε θέματα Κυβερνοασφάλειας και Τεχνητής Νοημοσύνης στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Δρ. Ελένη Καψοκόλη ανέφερε αρχικά ότι η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι μόνο μια τεχνολογική καινοτομία που συνοδεύει κάθε πτυχή της ζωής μας αλλά αποτελεί και ένα σημείο γεωπολιτικού ανταγωνισμού ανάμεσα στις Μεγάλες Δυνάμεις. Η εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης συγκρίνεται με τις προηγούμενες τεχνολογικές επαναστάσεις. Η τεχνητή νοημοσύνη αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση της παραγωγικότητας και στον μετασχηματισμό της παγκόσμιας ισορροπίας ισχύος. Η τεχνητή νοημοσύνη βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο των ακαδημαϊκών συζητήσεων. Η τεχνητή νοημοσύνη αλλάζει τη διαχείριση της πληροφορίας αλλά και τις εκλογικές διαδικασίες. Σημαντικές αλλαγές αναμένονται επίσης στην υγειονομική περίθαλψη, στις  στρατιωτικές επιχειρήσεις και την πληροφόρηση. Η τεχνητή νοημοσύνη θα ενισχύσει τις κυβερνοεπιθέσεις και τις οργανωμένες επιχειρήσεις παραπληροφόρησης, θα μειώσει τον χρόνο λήψης αποφάσεων και θα αντικαταστήσει σε μεγάλο βαθμό τον ανθρώπινο παράγοντα σε στρατιωτικές επιχειρήσεις όπως π.χ. με την χρήση drones κάτι που ήδη βλέπουμε να γίνεται στα πεδία των μαχών. Οι μεγάλες εταιρείες λειτουργούν ως ανεξάρτητοι δρώντες και ελέγχουν την υπολογιστική ισχύ, τα δεδομένα και το ανθρώπινο δυναμικό, βασικά στοιχειά της τεχνητής νοημοσύνης. Η κυριαρχία στην τεχνητή νοημοσύνη βρίσκεται στο κέντρο του γεωπολιτικού ανταγωνισμού κυρίως ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα. Οι ΗΠΑ επενδύουν σε τεχνολογικούς κολοσσούς και ερευνητικά ιδρύματα που ασχολούνται με την τεχνητή νοημοσύνη ενώ η Κίνα επενδύει σε κρατικές πρωτοβουλίες στην διαθεσιμότητα δεδομένων.

Η κούρσα εξοπλισμών τεχνητής νοημοσύνης εγείρει και ανησυχίες καθώς το θέμα δεν είναι ποιος θα υπερισχύσει αλλά ποιοι κίνδυνοι υπάρχουν από τον αυξανόμενο ανταγωνισμό. Για τις ΗΠΑ και την Κίνα το τεχνολογικό προβάδισμα είναι σημαντικότερο από τον όποιον κίνδυνο υπάρχει για την κοινωνία. Στις ΗΠΑ, έχει εκδοθεί το Blueprint for an AI Bill of Rights που υπέγραψαν εφτά εταιρείες (Amazon, Αnthropοtic, Google, Ιnflection, Μeta, Microsoft και Οpen AI). Το Chips and Science Act θεωρείται από τα σημαντικότερα μέσα για την τεχνητή νοημοσύνη γιατί θα βοηθήσει στην παράγωγη ημιαγωγών αμερικανικής προέλευσης. Οι ΗΠΑ έχουν ένα αδιαμφισβήτητο προβάδισμα στην υπολογιστική ισχύ. Οι περιορισμοί εξαγωγών από το 2022 εμπόδισαν τη μεταφορά κρίσιμης τεχνολογίας ημιαγωγών προς άλλες χώρες. Η Κίνα επένδυσε σε ψηφιακή αυτονομία και υποδομές που από το 2017 αποτελεί εθνική στρατηγική προτεραιότητα. Την περίοδο 2022 – 2023 δόθηκαν 95 δις δολάρια σε ιδιωτικές επενδύσεις ενώ το ταμείο ημιαγωγών διαθέτει 45 δις δολάρια για αυτονομία σε hardware ημιαγωγών. Κινέζικες εταιρείες έχουν αναπτύξει εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης. H Ιαπωνία επενδύει στην τεχνητή νοημοσύνη στον τομέα της άμυνας. Το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελεί μία από τις τρεις μεγαλύτερες αγορές τεχνητής νοημοσύνης. Το Ηνωμένο Βασίλειο αξιοποιεί τα Πανεπιστήμια του για να ενισχύσει την έρευνα στην τεχνητή νοημοσύνη ενώ η Γαλλία αποτελεί έναν από τους κύριους κόμβους στην τεχνητή νοημοσύνη. Η ΕΕ δίνει έμφαση στην υπεύθυνη διακυβέρνηση τεχνητής νοημοσύνης με βάση τις δημοκρατικές αξίες της. Η ΕΕ προσπαθεί να γίνει παγκόσμια ρυθμιστική αρχή στην τεχνητή νοημοσύνη και την κυβερνοασφάλεια επηρεάζοντας και άλλα κράτη να υιοθετήσουν παρόμοιες νομοθεσίες όπως συνέβη και με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για την προστασία προσωπικών δεδομένων (GDPR) που επεκτάθηκε και σε χώρες εκτός ΕΕ.

Η παγκόσμια κούρσα για υπεροχή στην τεχνητή νοημοσύνη είναι έντονη. Οι  ΗΠΑ και η Κίνα ηγούνται αλλά και άλλες χώρες προσπαθούν να ακολουθήσουν σε αυτό τον ανταγωνισμό. Οι πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης λαμβάνονται κυρίως σε εθνικό επίπεδο ενώ οι διεθνείς πρωτοβουλίες είναι ακόμη σε πρώιμο στάδιο. Η έλλειψη διεθνών κανόνων αυξάνει την ανάγκη για περισσότερη ρύθμιση στην τεχνητή νοημοσύνη και τον τρόπο χρήσης της.

Ο Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνών και Στρατηγικών Σπουδών στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς Δρ. Ανδρέας Λιαρόπουλος ανέφερε ότι οι κρατικοί και μη κρατικοί δρώντες ανταγωνίζονται στον έλεγχο των φυσικών υποδομών τεχνολογίας, το λογισμικό, τα δεδομένα αλλά και τον άνθρωπο ως χρήστη της τεχνολογίας. Όπως είπε, υπάρχουν δύο μοντέλα  διακυβέρνησης του κυβερνοχώρου: 1) Μultistakeholderism όπου ο κυβερνοχώρος ελέγχεται από κρατικούς δρώντες αλλά και από ιδιωτικές εταιρείες (ΗΠΑ, ΕΕ) και 2) Μultilateralism, όπου μόνο τα κράτη είναι κυρίαρχοι δρώντες (Ρωσία και Κίνα). Οι ΗΠΑ και η Κίνα είναι πρωταγωνιστές στην κατοχή και τον έλεγχο της τεχνητής νοημοσύνης ενώ ακολουθούν και άλλες χώρες. Η Κίνα προωθεί τον λεγόμενο «ψηφιακό δρόμο του μεταξιού», δηλαδή την κατασκευή ψηφιακών υποδομών σε όλα τα κράτη που βρίσκονται σε αυτή την εμπορική διαδρομή. Η Κίνα προσφέρει πακέτα ψηφιακών υποδομών αλλά και μοντέλα διακυβέρνησης εξάγοντας τον «ψηφιακό αυταρχισμό». Η Κίνα επιδιώκει την διείσδυση σε κράτη και την πρόσβαση σε δεδομένα τα οποία μπορεί να αξιοποιήσει με την τεχνητή νοημοσύνη. Η ΕΕ είναι εγκλωβισμένη ανάμεσα στον κινεζικό τεχνολογικό εθνικισμό και τον αμερικανικό τεχνολογικό ηγεμονισμό. Η ΕΕ έχει εθνικούς κυρίως παρόχους τεχνολογίας και όχι πανευρωπαϊκούς με αποτέλεσμα το κατακερματισμό της αγοράς τεχνολογίας. Συνεπώς, η ΕΕ επικεντρώνεται στην κανονιστική δύναμη της τεχνολογίας. Η ΕΕ μπορεί όμως να νομοθετήσει και να δημιουργήσει ένα πιο ηθικό πλαίσιο λειτουργίας της τεχνητής νοημοσύνης. Ο Δρ. Λιαρόπουλος ανέφερε ότι ο κυβερνοχώρος αντανακλά το επίπεδο των Διεθνών Σχέσεων. Όπως τα κράτη ανταγωνίζονται για πολλά ζητήματα στο διεθνές σύστημα, το ίδιο κάνουν και στην παγκόσμια ψηφιακή αγορά. Το μόνο που διαφέρει είναι ότι τώρα είμαστε στην αρχή της τεχνητής νοημοσύνης, μιας επαναστατικής δύναμης που δεν είναι αποκλειστικά στα χεριά των κρατών, όπως ήταν η πυρηνική ενέργεια. Στη νέα ψηφιακή εποχή έχουμε μεγαλύτερη διάχυση εξουσίας σε ιδιώτες και μη κρατικούς δρώντες.

Ο Αναλυτής Κυβερνοασφάλειας και Ειδικός σε θέματα Cyber Threat Intelligence κ. Ανδρέας Σφακιανάκης τόνισε ότι υπάρχουν τρία είδη δρώντων στην κυβερνοασφάλεια: 1) οι κυβερνοεγκληματίες οι οποίοι κάνουν επιθέσεις που ρίχνουν τα δίκτυα εταιρειών, 2) τα κράτη που κάνουν κυβερνοεπιθέσεις (μυστικές υπηρεσίες, στρατός) και τέλος 3) οι ανεξάρτητοι ακτιβιστές του διαδικτύου. Τα κύρια είδη κυβερνοεγκλημάτων είναι: η εξαπάτηση, η κατασκοπεία, η παραπληροφόρηση στο διαδίκτυο, το σαμποτάζ, η απόκτηση πρόσβασης σε υποδομές για μελλοντικές δολιοφθορές όπως συνέβη στην Ουκρανία αρκετό καιρό πριν από την εισβολή της Ρωσίας. Ρωσία, Κίνα, Βόρεια Κορέα και Ιράν κάνουν κυβερνοεπιθέσεις στην Δύση. Η Κίνα έχει ορισμένους στρατηγικούς στόχους όπως τις εταιρείες ημιαγωγών. Η Κίνα έχει ανταγωνισμό με την Ταιβάν η οποία είναι πολύ ισχυρή στην παραγωγή ημιαγωγών. Η Ρωσία στοχεύει κυρίως στην Ουκρανία και τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ. Η Ρωσία έχει αναπτύξει τεχνογνωσία για κυβερνοεπιθέσεις με αντίκτυπο σε φυσικό χώρο, δηλαδή εργοστάσια και δίκτυα ηλεκτρικής ενεργείας. Το Ιράν πριν το πόλεμο στη Μέση Ανατολή στόχευε σε κυβερνοεπιθέσεις κατά Ισραήλ γύρω στο 10% ενώ τώρα έχει φτάσει στο 50%. Η Βόρεια Κορέα έχει αναπτύξει δυνατότητες κυβερνοεπιθέσεων για να μπορεί να προσπορίζεται χρήματα μέσω ransomware και να χρηματοδοτεί με αυτό τον τρόπο κατά 50% περίπου το πυρηνικό της πρόγραμμα καθώς και το πρόγραμμα παραγωγής βαλλιστικών πυραύλων. Η ΕΕ προσπαθεί να βγάλει κανόνες που θα διέπουν την χρήση τεχνητής νοημοσύνης.

Η αντιμετώπιση του κυβερνοεγκλήματος και ιδιαίτερα η προστασία κρίσιμων υποδομών από κυβερνοεπιθέσεις αποτελεί παγκόσμια προτεραιότητα. Γι’ αυτό απαιτείται διακρατική συνεργασία αλλά και συνεργασία του δημοσίου τομέα με τον ιδιωτικό τομέα. Απαιτείται και η χρηματοδότηση της κυβερνοασφαλειας από τα κράτη ώστε να αναπτυχτούν κατάλληλοι μηχανισμοί αντιμετώπισης του κυβερνοεγκλήματος.

Ο Ιδρυτής & Πρόεδρος Δ.Σ. ΚΕΔΙΣΑ Δρ. Ανδρέας Γ. Μπανούτσος μετά την ολοκλήρωση των παρουσιάσεων των ομιλητών ρώτησε  κατά ποσό η ΕΕ θέλει και μπορεί να χειραφετηθεί στον τομέα της κυβερνοασφάλειας και της τεχνητής νοημοσύνης από τις ΗΠΑ, αν η Ρωσία επενδύει στην τεχνητή νοημοσύνη και σε ποιο βαθμό και αν μια κυβερνοεπίθεση από τρίτο δρώντα κατά κράτους- μέλος του ΝΑΤΟ, μπορεί να ενεργοποιήσει το Άρθρο 5 της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας.

Ο κ. Αθουσάκης απάντησε ότι θα έπρεπε να υπάρχει συμφωνία ανάμεσα στα κράτη μελή της ΕΕ αλλά δυστυχώς το κάθε κράτος έχει τη δική του ατζέντα στην κυβερνοασφάλεια, το Ηνωμένο Βασίλειο σε συνεργασία με τις ΗΠΑ και την Αυστραλία διαμοιράζονται πληροφορίες κυβερνοασφάλειας και δεν ξέρουμε αν τα κράτη μέλη της ΕΕ θα μπορούσαν να συνεργαστούν με το Ηνωμένο Βασίλειο σε αυτό τον τομέα. Η Δρ. Καψοκόλη επισήμανε ότι η ΕΕ προσπαθεί να αυτονομηθεί στον κυβερνοχώρο αλλά προς το παρόν η ΕΕ εξάγει μόνο νόρμες για την κυβερνοασφάλεια. Η Ρωσία έχει επιδιώξει να ενισχύσει την τεχνητή νοημοσύνη ιδιαίτερα μετά την εισβολή στην Ουκρανία. Στον τομέα της παραγωγής τεχνητής νοημοσύνης, η Ρωσία έχει φτιάξει κάποια ψηφιακά γλωσσικά δίκτυα που είναι σε πολύ καλό επίπεδο. Από το 2019, η Ρωσία έκανε επενδύσεις 2 δις δολάρια σε ρωσικές εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης και το 2024 αύξησε τις επενδύσεις της στον κρίσιμο αυτό τομέα. Η Ινδία συμπλήρωσε δεν είναι ακόμα σημαντικός διεθνής παίκτης στην τεχνητή νοημοσύνη αλλά εξάγει τεχνολογικά μυαλά.

Ο Δρ. Λιαρόπουλος είπε ότι η ΕΕ θέλει να αποκτήσει στρατηγική αυτονομία στον κυβερνοχώρο αλλά είναι ακόμα πίσω καθώς η Ευρωπαϊκή αγορά είναι κατακερματισμένη λόγω εθνικών αναγκών των κρατών μελών. Δεν υπάρχει ενιαία αντίληψη στην ΕΕ. Η ΕΕ είναι μια «soft power» νομοθετώντας στα θέματα τεχνητής νοημοσύνης. Η ΕΕ θα έπρεπε να έχει αυτόνομη κυβερνοάμυνα και σεβαστό μερίδιο της παγκόσμιας αγοράς. Μελλοντικά ίσως να έχουμε κατακερματισμό της παγκόσμιας αγοράς τεχνολογίας και εκεί να βρει η ΕΕ μια θέση στην αγορά τεχνολογίας. Στο θέμα του ΝΑΤΟ, είπε ότι ακόμα και αν γινόταν κυβερνοεπίθεση σε μέλος του ΝΑΤΟ, συμφώνα με το Άρθρο 5, τα υπόλοιπα συμμαχικά κράτη θα μπορούσαν να συνεισφέρουν διπλωματικά και πολιτικά και όχι απαραίτητα με στρατιωτικά μέσα.

Σε ερώτηση του κοινού για τον τρόπος λήψης αποφάσεων σε πολεμικές συρράξεις με τεχνητή νοημοσύνη, ο Δρ. Λιαρόπουλος είπε ότι με τη λήψη αποφάσεων αποκλειστικά βάσει αλγόριθμου, υπάρχει κίνδυνος να χάσουμε τον έλεγχο με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Σε ερώτηση για την ανυπαρξία διεθνούς ρυθμιστικού πλαισίου στον κυβερνοχώρο, ο Δρ. Λιαρόπουλος είπε ότι  τα κράτη προτιμούν να μην υπάρχει αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο στον κυβερνοχώρο. Ο Δρ. Λιαρόπουλος θεωρεί ότι εσκεμμένα η κυβερνοασφάλεια βρίσκεται σε καθεστώς μη ρύθμισης ώστε να υπάρχει η ελευθερία σε δρώντες να κάνουν κάποια πράγματα απαραίτητα για την δική τους κυβερνοασφάλεια. Ο κ. Σφακιανάκης είπε ότι κράτη έχουν σιωπηρά αποδεχθεί να γίνεται κατασκοπεία σε φυσικό χώρο αλλά και στον κυβερνοχώρο χωρίς ευκρινές ρυθμιστικό πλαίσιο.

Σε ερώτηση του Αντιπρόεδρου & Δ/ντη Ερευνών του ΚΕΔΙΣΑ Δρ. Παναγιώτη Σφαέλου για την πολυεπίπεδη δράση (επιχειρηματική και πολιτική) του μεγαλοεπιχειρηματία Έλον Μασκ στις ΗΠΑ, η Δρ. Καψοκόλη τόνισε ότι το γεγονός ότι η Κίνα απαγόρευσε την πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X (πρώην Twitter) δείχνει τι μπορεί να συμβεί και πως ο Έλον Μασκ μπορεί να επηρεάσει την παγκόσμια κοινή γνώμη μέσα από τα δίκτυα του. Ο κ. Αθουσάκης προσέθεσε ότι με τον Έλον Μασκ θα δούμε πιθανώς μια ξέφρενη κούρσα παγκόσμιου ανταγωνισμού στο Διάστημα με την κατασκευή μικροδορυφόρων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για κατασκοπεία.