Ο μπαλαντέρ είναι το τραπουλόχαρτο  που τα αλλάζει όλα. Μπορεί να είναι μεγαλύτερο από το μεγαλύτερο, μικρότερο από το μικρότερο. Αντιπροσωπεύει  την απρόβλεπτη αλλαγή της κατάστασης.  Είναι ο άσος που δεν χρειάζεται να κρύβουμε στο μανίκι, αλλά, στα χέρια ενός άπειρου παίκτη, μπορεί, όπως ο γελωτοποιός που απεικονίζει, να τον γελοιοποιήσει αυτόν που επιχειρεί να τον παίξει.

Στην περίπτωση αυτή, εμένα.

Ως μέλος της ελληνικής διασποράς εδώ και 20 και πλέον χρόνια, και ως Ευρωπαία, ήμουν πέρα για πέρα ευτυχής όταν ψηφίστηκε η επιστολική ψήφος. Καταλάβαινα βέβαια τα προβλήματα, αλλά πίστευα ότι επιτέλους εμείς, οι ομογενείς, θα μετρούσαμε. Κάτι που όσοι ζούμε στο εξωτερικό με Ελληνική Ιθαγένεια μόνο χρειαζόμαστε απεγνωσμένα, έστω και μόνο για να μην κάνουν οι διαδοχικές κυβερνήσεις τα στραβά μάτια μπροστά στις βασικές μας ανάγκες.

Στο μυαλό μου, οι Ευρωεκλογές μας αφορούν περισσότερο από όλους. Την ελευθερία κίνησης που οδήγησε πολλούς από εμάς στο εξωτερικό, την θέσπισε και την υπερασπίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση. Το Ελληνικό Διαβατήριο, εγγυητής της ζωής μας σε καινούργιους τόπους, αντλεί από εκεί ένα μεγάλο μέρος της αξίας του. Ήμουν σίγουρη: θα είχαμε τόσες πολλές εγγραφές για την επιστολική ψήφο, που θα άρχιζαν να μιλάνε για την επαναστελέχωση των προξενείων μας με καταξιωμένους πολύγλωσσους υπαλλήλους. Θα συζητούσαν την Ελληνομάθεια και την απόσπαση εκπαιδευτικών. Θα έλεγαν για τη σημασία μιας πανευρωπαϊκής πολιτικής πολυγλωσσίας. Για τα δικαιώματα μειονοτικών κοινοτήτων. Για τις κατασκηνώσεις της διασποράς. Θα ανακοίνωναν ίσως ότι θα χρηματοδοτήσουν πρόγραμμα JPO στον ΟΗΕ. Θα έκαναν διακρατικές συμφωνίες για να διευκολύνουν τους συνταξιούχους Έλληνες, αυτούς που φεύγουν όταν συνταξιοδοτηθούν αλλά και αυτούς που τότε παλιννοστούν.

Το δικαίωμα ψήφου μεταφράζεται σε ενδιαφέρον πολιτικών, εφόσον προσπαθούν να σε κερδίσουν.

Αλλά όταν ήρθαν τα αποτελέσματα των εγγραφών των επιτηρητών και συνειδητοποίησα την τραγική  αλήθεια:

Αυτό το οδυνηρό συναίσθημα της εγκατάλειψης από την Ελλάδα; Παρα-είναι βαθύ. Το δικαίωμα ψήφου σε μη εθνικές εκλογές παρα-είναι ευτελές για να σβήσει 200 χρόνια αδιαφορίας. Είναι το συμπέρασμα των υπολογισμών μου.  Δυστυχώς.

Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου, συνολικά  202.556 άνθρωποι έκαναν εγγραφή για να ψηφίσουν επιστολικά. Αυτό θα αντιστοιχούσε στο 4,40% των 5 εκατομμυρίων Ελλήνων που εκτιμάται ότι ζουν στο εξωτερικό, δηλαδή… λίγοι. Η πραγματικότητα είναι χειρότερη ακόμα: 153.322 από αυτές τις εγγραφές έγιναν εντός Ελλάδος, δηλαδή από ανθρώπους που, για τον ένα ή τον άλλο λόγο, δεν θα βρεθούν σε εκλογικό τμήμα της περιφέρειας τους στις 9 Ιουνίου 2024. Συνολικά 49.234 ψηφοδέλτια ζητήθηκαν από το εξωτερικό, ποσοστό που αντιστοιχεί στο 0,98% περίπου των Ελλήνων της Διασποράς.

Γιατί; Μήπως επειδή, όπως λέει η λαϊκή θεωρία στην Ελλάδα, εμείς της Διασποράς έχουμε φύγει και αποβάλλουμε τη πατρίδα μας όπως αλλάζει δέρμα το φίδι; Πολλοί το πιστεύουν αυτό, αλλά δεν καταλαβαίνουν πόσο άδικο έχουν.

Θα ήταν πάρα πολύ εύκολο να εγκαταλείψουμε την Ελληνική μας ταυτότητα. Στις 160 γενιές από την εποχή του Ομήρου, μια και μόνο γενιά θα έφτανε. Μία για να μην μάθουν τα παιδιά Ελληνικά. Μία που να μην πληρώνει το εισιτήριο για να επισκεφτεί την Ελλάδα. Μία που θα πάρει άλλη υπηκοότητα, και επομένως δεν θα χρειάζεται προξενείο. Μια γενιά που θα μεγαλώσει χωρίς παππούδες, αλλά που θα έχει παππούδες για τα παιδιά της. Πραγματικά, πιο εύκολο είναι να αφήσεις πίσω σου την Ελληνικότητα σου, παρά να την κρατήσεις, κυρίως όταν ξέρεις ότι για το Ελληνικό κράτος, δεν είσαι παρά μόνο συνάλλαγμα.

Παρόλα ταύτα η Ελληνική Διασπορά συνεχίζει. Αν η ύπαρξη ελληνικών μεταναστευτικών κοινοτήτων και οργανώσεων σε όλο τον κόσμο αποδεικνύει κάτι, είναι ακριβώς αυτό: ότι οι Έλληνες της Διασποράς  καταβάλλουν μόνοι τους σημαντική προσπάθεια για να παραμείνουν Έλληνες.  Συνεχίζουν να μιλούν την γλώσσα και να ακολουθούν τις παραδώσεις τους, διατηρώντας την ταυτότητα τους, παρόλους τους κινδύνους. Και υπάρχουν και κίνδυνοι. Ας μην το ξεχνάμε: ο μετανάστης είναι πολύ βολικός αποδιοπομπαίος τράγος, ο πιο ανυπεράσπιστος πολίτης του κράτους που αντιμετωπίζει δυσκολίες.

Και η απάντηση είναι πάντα η ίδια: άμα δεν σου αρέσει, γύρνα να δεις τη γλύκα. Πόσοι το έχουμε ξανακούσει αυτό; Με τον τρόπο της, η Ελλάδα μας διώχνει και δεύτερη φορά έτσι. Μετά από αυτό, η ιδέα να γραφτούμε σε εκλογές δεν πείθει.  Κρίμα. Το αποτέλεσμα είναι απογοητευτικό.

Αν υποθέσουμε ότι οι προηγούμενες τάσεις συνεχίζονται, το εκλογικό σώμα του 2024 θα έχει περίπου τον ίδιο αριθμό δυνητικών ψηφοφόρων με το περσινό…  αυτό, επειδή όλοι όσοι έκαναν την εγγραφή τους για να ψηφίσουν επιστολικά έχουν ήδη υπολογιστεί ως μέλη του εκλογικού σώματος, ανεξάρτητα από το αν ψήφισαν ή όχι.  Η συμμετοχή μπορεί να αυξηθεί κατά 200.000 περίπου ψήφους, διότι προφανώς ζητήθηκαν τόσα ψηφοδέλτια από ανθρώπους που δεν μπορούν εύκολα να πάνε στην κάλπη. Ακόμη και έτσι, η επίδραση θα είναι ελάχιστη. Ακόμα και αν υποθέταμε ότι η συμμετοχή θα μειωθεί κατά το συνηθισμένο 4% των ευρωεκλογών χωρίς τους 202.000 που θα ψηφίσουν επιστολικά, θα χρειαζόταν κανείς περίπου 250.000 ψήφους για να εξασφαλίσει μια έδρα.

Με απλά λόγια: αν όλοι οι ομογενείς είχαν δηλώσει συμμετοχή, θα αντιπροσώπευαν περίπου το 40% των συμμετεχόντων. ‘Ως εχόντων των πραγμάτων, αν οι 45 000  που εγγράφηκαν ψήφιζαν έναν μόνο υποψήφιο, δεν θα εξέλεγαν ούτε μισό ευρωβουλευτή.

Και για αυτό, προς μεγάλη μου απογοήτευση, ο «μπαλαντέρ των ευρωεκλογών» που θα μπορούσαμε να είμαστε, μοιάζει λίγο με  γελωτοποιό.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η επιστολική δεν είχε νόημα. Το αντίθετο. Όσο περισσότερο οι Έλληνες στην Ελλάδα πιστεύουν ότι η ψήφος της διασποράς δεν πρόκειται να αλλάξει το αποτέλεσμα, τόσο πιο πιθανό είναι να καθιερωθεί το δικαίωμα μελλοντικά. Και ενώ οι Ευρωεκλογές λογικά ίσως δεν πολύ-απασχολούν όσους κατοικούν εκτός Ευρώπης, οι επόμενες βουλευτικές… ποιος ξέρει;

Περιμέναμε 200 χρόνια για να έχουμε δικαιώματα. Ας περιμένουμε άλλα 4 για να τα συνηθίσουμε.

 

* Η Ιφιγένεια Μωραϊτίνη – ΠατριαρχέαΔιεθνολόγος, Μέλος του Δ Σ της Ελληνικής Κοινότητας Βερολίνου, Αντιπρόεδρος του Συλλόγου “Hephaestus Wien”