Το (κατά κύριο λόγο) αμερικανικό κίνημα της Ποπ Αρτ βρήκε φωνή στην Αγγλία μέσω του έργου του γεννημένου το 1932, στο Ντάρτφορντ του Κεντ, εικαστικού και σχεδιαστή εξωφύλλων popular μουσικών άλμπουμ, Πίτερ Μπλέικ. Ο Μπλέικ, που το 1981 εισήχθη στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών και χρήστηκε «Σερ» από τον Πρίγκιπα Κάρολο, είναι ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της «σύγχρονης» σκηνής, τόσο στη Μεγάλη Βρετανία, όσο και στον υπόλοιπο κόσμο.

Γράφει ο Γιώργος Δήμος

Sir Peter Blake (b. 1932)

Από το 1961 και έπειτα, όταν έκανε την πρώτη του ευρέως γνωστή ομαδική έκθεση για το art show, «Young Contemporaries», μαζί με τον Ντέιβιντ Χόκνεϊ και τον Ρόναλντ Μπρουκς Κιτάζ, η δουλειά του Ποπ καλλιτέχνη κίνησε το ενδιαφέρον συλλεκτών και της καλλιτεχνικής ελίτ γενικότερα, σε τέτοιο σημείο που μπορεί κανείς να πει με βεβαιότητα πως το όνειρό του, «να δημιουργήσει μια μορφή τέχνης που να αποτελεί το οπτικό ισότιμο της ποπ μουσικής», έγινε από πολύ νωρίς πραγματικότητα. Το έργο, «Self-Portrait with Badges» (1961) είναι ένα από τα έργα αυτής της πρώτης περιόδου, που συνεχίζει να είναι ένα από τα πιο δημοφιλή του.

Πολυσχιδής και ποτέ κομφορμιστική, ούτως ώστε να καταντάει βαρετή, η δουλειά του Μπλέικ εντυπωσίασε κοινό και κριτικούς πολλές φορές μέσα στη λαμπερή και πολυετή καριέρα του. Όντας ένα «Παιδί των Λουλουδιών», ο καλλιτέχνης θέλησε να μιλήσει για τη γενιά του, αποφεύγοντας τον ελιτισμό που πολλές φορές χαρακτηρίζει τον κόσμο της τέχνης. Έχοντας ως κεντρικό ενδιαφέρον τη μουσική της εποχής του, ο Μπλέικ στράφηκε πολύ γρήγορα στην καλλιτεχνική επιμέλεια εξωφύλλων για μουσικά άλμπουμ γκρουπ των οποίων ήταν φαν.

Το πάθος του αυτό τον οδήγησε στο να γνωριστεί με τους θρυλικούς Beatles και να επιμεληθεί το εξώφυλλο του πιο σημαντικού ψυχεδελικού δίσκου της μπάντας, «Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band» (1967). Η επιτυχία του αυτή και η φήμη που κέρδισε χάρη στους φανατικούς οπαδούς της μπάντας, τον έκανε να την επαναλάβει με το poster για τη φιλανθρωπική συναυλία, «Live Aid» (1985), καθώς και εξώφυλλα δίσκων των Who, των Oasis και του Paul Weller.

Διαβάστε τη συνέχεια στο ArtViews.gr