Γράφει ο Δρ. Παναγιώτης Σφαέλος∗
Εκατό χρόνια μετά την ίδρυση του σύγχρονου τουρκικού κράτους, η γειτονική χώρα βρίσκεται σε μια πολύ κρίσιμη καμπή για μελλοντική της πορεία. Οι επικείμενες επαναληπτικές προεδρικές εκλογές στην Τουρκία την Κυριακή 28 Μαΐου – όπου ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Κεμάλ Κιλιντσντάρογλου αναμετρούνται «σώμα με σώμα» – είναι πολύ σημαντικές διότι θα καθορίσουν αν η Τουρκία θα εξελιχθεί σε μια σύγχρονη δημοκρατία με σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου ή θα συνεχίσει να ζει υπό το αυταρχικό καθεστώς Ερντογάν που φυλακίζει αντιφρονούντες και ελέγχει τη δικαιοσύνη και τον Τύπο. Επίσης, είναι σημαντικές διότι θα καθορίσουν κατά πόσο η Τουρκία θα ακολουθήσει μια πιο φιλοδυτική και φιλοευρωπαϊκή πολιτική καθώς ο Ερντογάν έχει ακολουθήσει μια ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική ερχόμενος συχνά σε σύγκρουση με την Δύση. Αν και ο Ερντογάν προσπαθεί να κρατήσει ισορροπίες, η συμμαχία της Τουρκίας με την Ρωσία έχει δημιουργήσει πολλά προβλήματα στις ΗΠΑ που θέλουν την Τουρκία σταθερά προσηλωμένη στο ΝΑΤΟ. Η στενή συνεργασία της Άγκυρας με τη Μόσχα και μάλιστα σε περίοδο πολέμου στην Ουκρανία, έχει εξοργίσει τις ΗΠΑ οι οποίες αρνούνται να δώσουν F-35 στην Τουρκία.
Τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των εκλογών δείχνουν την επικράτηση του Ερντογάν στον δεύτερο γύρο. Ωστόσο, μια ανατροπή δεν είναι απίθανη στις εκλογές της Κυριακής αν λάβουμε υπόψη ότι ο πρόεδρος του Κόμματος της Νίκης (Zafer Partisi – ZP), Ουμίτ Οζντάγ – το οποίο έλαβε περίπου 2,2% στις προηγούμενες εκλογές – έχει δηλώσει πως θα στηρίξει τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Αυτή η εξέλιξη ωφελεί τον Κιλιντσντάρογλου που θέλει να απευθυνθεί στο ακροδεξιό κοινό της Τουρκίας.
Αν εκλεγεί ο Ερντογάν, θα έχουμε τη συνέχεια της αυταρχικής διακυβέρνησης και ο Ερντογάν θα παγιωθεί ως ισόβιος ηγέτης μιας απολυταρχικής Τουρκίας που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Τουρκία του Ερντογάν ο Οσμάν Καβάλα και ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς παραμένουν στη φυλακή ενάντια στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι υπογράφοντες προτάσσουν εξίσου με τον Σονέρ Τσαγαπτάι τον παράγοντα «δικαίωση», αναφέροντας ότι όσο ζοφερή και αν είναι σήμερα η προοπτική για το Κράτος Δικαίου, μία τρίτη προεδρική θητεία Ερντογάν θα σήμαινε ότι ο Τούρκος Πρόεδρος θα υπόκειται σε λιγότερους περιορισμούς από ποτέ. Ένα εξίσου ανησυχητικό ενδεχόμενο είναι το Συνταγματικό Δικαστήριο της Τουρκίας να θέσει εκτός νόμου το φιλοκουρδικό Κόμμα της Δημοκρατίας των Λαών (HDP), που στήριξε ανοιχτά τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου στην τρέχουσα αναμέτρηση, και ακριβώς υπό την απειλή απαγόρευσης κατήλθε στις εκλογές υπό την ομπρέλα του Πράσινου Αριστερού Κόμματος (YSP).
Σε περίπτωση που εκλεγεί ο Κεμάλ Κιλιντσντάρογλου, η Τουρκία πιθανώς θα κάνει μια πιο φιλοδυτική στροφή απομακρυνόμενη από την ανεξάρτητη και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική του Ερντογάν. Ο Κιλιντσντάρογλου έχει δεσμευτεί ότι θα δώσει προτεραιότητα στον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας, με ενίσχυση του κράτους δικαίου και της προστασίας των ανθρωπινών δικαιωμάτων που καταστρατηγήθηκαν από το καθεστώς Ερντογάν. Έχει επίσης δεσμευτεί να ενισχύσει τους δεσμούς με την ΕΕ και τα κράτη μέλη αλλά και να ολοκληρώσει γρήγορα τη διαδικασία απελευθέρωσης της βίζας για την ΕΕ για τους Τούρκους πολίτες. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ θα ξεκινήσουν ξανά ενώ θα εφαρμοστούν και οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ο Κιλιντσντάρογλου φιλοδοξεί να ενισχύσει την αξιοπιστία της Τουρκίας ως μέλος του ΝΑΤΟ, συμβάλλοντας στην ασφάλεια και τη σταθερότητα της Ευρώπης εν μέσω γεωπολιτικών και οικονομικών αβεβαιοτήτων. Να σημειωθεί επίσης ότι το Κόμμα των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών βλέπει τον Κιλιτσντάρογλου και την ενωμένη αντιπολίτευση ως φάρο ελπίδας για την δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα (συμπεριλαμβανόμενων των δικαιωμάτων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας), την ελευθερία και τον εξευρωπαϊσμό της Τουρκίας.
Σε σχέση με την Ελλάδα, μια ενδεχόμενη νίκη Κιλιντσντάρογλου δεν θα μας ωφελήσει απαραίτητα καθώς μια πιο φιλοδυτική Τουρκία θα σημάνει την μείωση της Ελληνικής στρατηγικής σημασίας για τη Δύση. Η αντιδυτική στάση Ερντογάν έδινε την δυνατότητα στις ΗΠΑ να θεωρούν πιο σημαντικό εταίρο τους την Ελλάδα. Αν όμως η Τουρκία ξαναμπεί στο άρμα της Δύσης αναφανδόν, τότε η γεωπολιτική μας σημασία στην περιοχή μειώνεται. Η Τουρκία πλέον θα θεωρείται πιο αξιόπιστος παράγοντας και η Δύση θα μας παρακινεί «να τα βρούμε». Ας θυμηθούμε ότι ο Κεμάλ Ατατούρκ θεωρείτο φιλοδυτικός και εκσυγχρονιστής αλλά ταυτόχρονα ήταν και ο πιο βίαιος διώκτης του Ελληνισμού. Η φιλοδυτική στάση της Τουρκίας δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η Ελλάδα θα ωφεληθεί. Όσο και δημοκρατικός να θεωρείται ο Κιλιντσντάρογλου, η εξωτερική του πολιτική θα συνεχίσει να είναι σκληρή απέναντι μας και μάλιστα στην πράξη και όχι βερμπαλιστικά όπως κάνει ο Ερντογάν. Ενδεικτικό της προσέγγισης Κιλιντσντάρογλου στα Ελληνοτουρκικά είναι το γεγονός ότι κατηγόρησε τον Ερντογάν ότι δεν κάνει τίποτα για την συνεχή στρατικοποίηση των Ελληνικών νησιών. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ο Ετσεβίτ ήταν σοσιαλιστής και έκανε την εισβολή στην Κύπρο.
Συνολικά, μια αλλαγή στην ηγεσία της Τουρκίας θα είναι θετική εξέλιξη στην διαδικασία ανακοπής της καθεστωτικής πολιτικής του Ερντογάν, ο οποίος μετατρέπεται σε αυταρχικό ηγέτη μεγάλης κλίμακας. Είναι γεγονός πάντως ότι ο Κιλιντσντάρογλου δεν θα μπορέσει εύκολα να αλλάξει το στρατιωτικό και πολιτικό κατεστημένο στην Τουρκία το όποιο έχει γίνει καθεστώς κατά την 20ετία Ερντογάν. Ιδιαίτερα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, ο Ερντογάν ελέγχει τον κρατικό μηχανισμό και οι άνθρωποι του είναι παντού. Η εκλογή του Κιλιντσντάρογλου δεν θα αλλάξει κάτι σε σχέση με την Ελλάδα καθώς η Τουρκία έχει πάγια αιτήματα κατά της χώρας μας και θέλει να επιλύσει τις διαφορές μας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Όποιος και αν εκλεγεί, η Τουρκία θα ανοίξει όλα τα διμερή θέματα πάλι (Αιγαίο, Κυπριακό), και η Ελλάδα θα πρέπει να έχει μια στρατηγική που να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την επεκτατική πολιτική της Τουρκίας.
∗ Ο Δρ. Παναγιώτης Σφαέλος BA, LLB, LLM, PhD είναι Νομικός, Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, Γενικός Γραμματέας του Ελληνικού Τμήματος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων και Αντιπρόεδρος του Κέντρου Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων – ΚΕΔΙΣΑ. Επίσης, είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στην Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας. Έχει επίσης διδάξει στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας και στο IST College. Είναι Διδάκτωρ Ευρωπαϊκού Δικαίου του Πανεπιστημίου Kent. Έχει Μεταπτυχιακό στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Έχει σπουδάσει Νομικά, Διεθνείς Ευρωπαϊκές Σπουδές και Δημοσιογραφία.